Μου δημιουργήθηκε ένα εισαγωγικό ερώτημα / σκόρπιες σκέψεις στα πρώτα λεπτά της ομιλίας όταν αναφέρατε ότι “ο χρόνος είναι χρήμα” και ότι αυτές οι δύο έννοιες είναι συνδεδεμένες. Είναι συνήθως ο χρόνος (μόνο) που συνδυάζεται με το φόβο του θανάτου. Έχω γνωρίσει αρκετά άτομα που (ενεργά) φοβούνται τον θάνατο. Ή τουλάχιστον έτσι πιστεύουν. Δεν ξέρω αν θα μπορούσαμε να αντέξουμε μία καθημερινότητα όπου ενεργά φοβόμαστε τον θάνατο. Όλοι οι άνθρωποι κατα κάποιο τρόπο φοβόμαστε τον θάνατο, αλλά για κάποιους αυτή η σκέψη είναι περισσότερο ενεργή ας πούμε. Μια απάντηση που παίρνω όταν τους ρωτάω γιατί, είναι: “επειδή φοβάμαι ότι δεν θα καταφέρω να κάνω όσα θέλω”. Αυτή η απάντηση, αυτό το “καταφέρω να κάνω”, δεν εμπεριέχει κάτι το καταναλωτικό; Είτε άμεσα είτε έμμεσα. Δεν γνωρίζω εάν και με ποιο τρόπο φοβούνταν οι άνθρωποι τον θάνατο πριν τη βιομηχανική επανάσταση, ή την εποχή που κάποιος μπορούσε να πεθάνει πολύ πιο εύκολα από υψηλό πυρετό, την εποχή που το προσδόκιμο ζωής ήταν πολύ χαμηλότερο, την εποχή που δεν μπορούσαμε να ταυτοποιήσουμε δακτυλικά αποτυπώματα, την εποχή δηλαδή που ήταν λογικό, με μια σημερινή μάτια τουλάχιστον, να φοβούνται ακόμη περισσότερο τον θάνατο γιατί ήταν πιο κοντά τους (εδώ θα χωρούσαν πολλά σχόλια για το πόσο κοντά μας έφτασε ο θάνατος εν μέσω covid κλπ). Αυτό είναι ένα ακόμη ερώτημα, που σχετίζεται και με την τρομακτική τεχνολογική πρόοδο καθώς και με την ανελευθερία στο όνομα της ασφάλειας. Τη στιγμή που προσπαθούμε να ελέγξουμε κάτι περισσότερο επειδή το φοβόμαστε ή επειδή μας έχει τραυματίσει παλαιότερα, ή ακόμη και στην προσπάθεια μας να το προβλέψουμε, αυτό θα βρει άλλους τρόπους για να ξεφύγει από τον έλεγχο μας.
Ο Foucault, αν θυμάμαι καλά σχολιάσατε πως συσχετίζει τον θάνατο με την πολιτική εξουσία – το δικαίωμα πάνω στο σώμα μας και άρα τη ζωή μας εκ μέρους της πολιτικής εξουσίας. Για να γυρίσω στις πρώτες γραμμές αυτού του σχολίου, η πολιτική εξουσία σήμερα διακηρύσσει υπερήφανα την ελεύθερη καταναλωτική επιλογή. Είμαστε καταναλωτές πρωτίστως και έπειτα ίσως και πολίτες. Υπό αυτή την έννοια λοιπόν και το ερώτημα μου ως προς τον σημερινό φόβο του θανάτου όχι μόνο σαν συμβάν, αλλά μαζί με όλο το άγχος που μας συνοδεύει με το να μην είμαστε πλέον μέρος σε μια καταναλωτική κοινωνία και να μην έχουμε προλάβει να απολαύσουμε (κάπως ηδονιστικά) αυτά που θεωρούμε ότι μας προσφέρει. Πιστεύω ότι μπορεί να συσχετιστεί ακόμα περισσότερο με τον Foucault, ή ίσως και όχι, δεν το έχω σκεφτεί παραπάνω. Δεν γνωρίζω αν έχει μιλήσει ευθέως για αυτό το ζήτημα.
Εν κατακλείδι : ένας από τους πιο αρχέγονους ίσως φόβους του ανθρώπου, ο φόβος του θανάτου, μπορεί να αλλάξει νόημα ή να καλυφθεί από την πληθώρα αγαθών και των δυνατοτήτων εμπειριών; Ή μάλλον, έχει η πολιτική εξουσία τόση δύναμη ώστε να επηρεάσει αυτό τον αιώνιο φόβο / προβληματισμό; Ο Foucault θα υποστήριζε την ύπαρξη διαχρονικών φόβων;
Καλησπέρα και ευχαριστούμε για το πολύ ωραίο σεμινάριο που μας έχετε προσφέρει. Παρακλουθώ ασύγχρονα κι έτσι αναγκαστικά θα ήθελα να παραθέσω με αυτόν τον τρόπο ένα σχόλιο και ίσως χάρη σε αυτόν να μπορέσω και να το δομήσω καλύτερα. Θα δείξει..
Θα ήθελα να εστιάσω στην παρατήρηση που κάνετε προς το τέλος, στο σημείο 2:02 και αναφέρεστε το πώς εγγράφεται η ιστορία στο εργατικό σώμα κι αν θα άλλαζε κάτι με έναν υψηλότερο μισθό. Μου πέρασε τότε από το μυαλό ένα άλλο σχήμα. -Με αφορμή κι όσα είχατε κουβεντιάσει στην αρχή των συναντήσεων σχετικά με τη σχέση χρόνου και χρήματος.-Είναι πιθανό ναι, να μην άλλαζε κάτι στον τρόπο που εγγράφεται η ιστορία στο εργαζόμενο σώμα αν ο μισθός ήταν υψηλότερος κυρίως γιατί απ’ ότι φαίνεται κάτι τέτοιο θα συνεπαγόταν άνοδο των τιμών, υψηλότερους φόρους κτλ. Τι θα γινόταν όμως αν η αλλαγή αφορούσε τις εργάσιμες ώρες, το ωράριο. Αν αυτές μειώνονταν και ο εργαζόμενος μπορούσε να δουλέψει λιγότερο ενώ αμοίβεται το ίδιο. Έτσι, να αποδεσμεύσει περισσότερο χρόνο για να τον αξιοποιήσει όπως επιθυμεί. Αν θα μπορούσαμε να δεχτούμε ότι τον ξοδεύουμε όπως επιθυμούμε κι αν δύναται να μας αναγνωριστεί η όποιαδήποτε πρωτοβουλία ή ελευθερία στον τρόπο ζωής στις κοινωνίες του ύστερου καπιταλισμού.
Για να γίνω πιο συγκεκριμένος αναφέρω ένα παράδειγμα. Πόσες επικοινωνιακές δυσλειτουργίες σε οικογενειακό, προσωπικό, ερωτικό επίπεδο λανθάνουν πίσω από το συναίσθημα της κούρασης, της κόπωσης από τις ώρες δουλειάς. Ο Κεν Λόουτς αναφέρεται πολύ ωραία σε αυτό το θέμα σε ένα απόσπασμα του βιβλίου από τις εκδόσεις Αντίποδες, Διάλογος για την τέχνη και την πολιτκή του Κεν Λόουτς και του Εντουάρ Λουί. Συγκεκριμένα στις σελίδες 25-26 γίνονται οι εξής τοποθετήσεις:
Κεν Λόυτς: […] Κι αυτό το οικονομικό άγχος, αυτό το “πρέπει να καταφέρω να βγάλω αρκετά, να δουλέψω όσο περισσότερο γίνεται αυτήν την εβδομάδα” έχει ως αποτέλεσμα στο τέλος της, όταν γυρίζουμε σπίτι μας, να μην έχουμε πια υπομονή με τα παιδιά και την οικογένειά μας, να μην έχουμε δει καν τα παιδιά μας. Το άγχος προκύπτει από αυτήν ακριβώς τη διαρκή οικονομική πίεση, έτσι πιστεύω.
Στη συνέχεια ο Λουί απαντάει για τη διπλή βία της πολιτικής. Αφενός αυτή που με μεταρρυθμίσεις κάνει όλο και δυσκολότερη τη ζωή των μη προνομιούχων στρωμάτων και αφετέρου υπογραμμίζει την επίδρασή της στην ψυχική ζωή των ανθρώπων και το πώς “καταλήγουν άνθρωποι που αγαπιούνται, να γίνονται όλο και λιγότερο τρυφεροί ο ένας με τον άλλον.”
Εκεί που θέλω να καταλήξω είναι: μήπως ο τρόπος για να αμυνθούμε στο πώς εγγράφεται η ιστορία πάνω μας την ώρα της εργασίας -κι αν αυτός μειωνόταν, όπως σε κάποιες χώρες π.χ. Ισπανία, αν δεν κάνω λάθος, συζητείται να γίνει- είναι να κάνουμε μια χρονική σκανταλιά. Αν αυτός ο χρόνος μας δοθεί και παράλληλα αρνηθούμε να υιοθετήσουμε την κοινωνική πρακτική της Δύσης περί συνεχούς δημιουργικής και παραγωγικής εκμετάλλευσης του ελεύθερου χρόνου, θα μπορούσαμε να καλουπιαστούμε με τρόπους πιο κοντά σε όσους η ψυχή μας ονειρεύεται; Θα μπορούσαμε υπομονετικότερα να διαβάσουμε τα παιδιά μας; Θα μπορούσαμε να αφιερώσουμε λίγο χρόνο και να σκεφτούμε βαθύτερα τα συναισθήματά μας και τους τρόπους που τα εκφράζουμε; Θα μπορούσαμε να βελτιώσουμε την ερωτική, τη σεξουαλική μας ζωή; Δε θα βελτιώνονταν οι φιλικές μας σχέσεις;
Δεν ξέρω. Ίσως ο Φουκώ να μου υπενθύμιζε τότε πως η πειθάρχησή μας είναι διττή. Είναι τόσο οικονομική όσο και χρονική.
Αυτό που συμπληρωματικά με το προηγούμενο σχόλιο, ήθελα να πω και που δεν ξέρω αν το έθεσα ξεκάθαρα είναι: Μπορεί το υποκείμενο στην ύστερη καπιταλιστική κοινωνία, αξιοποιώντας τα εργαλεία του Φουκώ, την Αρχαιολογία και την Γενεαλογία, να έχει τον οποιοδήποτε λόγο για τον τρόπο που εγγράφεται πάνω του η ιστορία; ή ακομά και αυτό θα ήταν μία ακόμα αυταπάτη;
Καλημέρα Κωνσταντίνε! Σε ευχαριστούμε πολύ για τη συμμετοχή σου και τις ερωτήσεις- παρατηρήσεις σου, οι οποίες θα σχολιαστούν στη συνάντηση της Πέμπτης. Καλή συνέχεια!
Καλησπέρα,
Μου δημιουργήθηκε ένα εισαγωγικό ερώτημα / σκόρπιες σκέψεις στα πρώτα λεπτά της ομιλίας όταν αναφέρατε ότι “ο χρόνος είναι χρήμα” και ότι αυτές οι δύο έννοιες είναι συνδεδεμένες. Είναι συνήθως ο χρόνος (μόνο) που συνδυάζεται με το φόβο του θανάτου. Έχω γνωρίσει αρκετά άτομα που (ενεργά) φοβούνται τον θάνατο. Ή τουλάχιστον έτσι πιστεύουν. Δεν ξέρω αν θα μπορούσαμε να αντέξουμε μία καθημερινότητα όπου ενεργά φοβόμαστε τον θάνατο. Όλοι οι άνθρωποι κατα κάποιο τρόπο φοβόμαστε τον θάνατο, αλλά για κάποιους αυτή η σκέψη είναι περισσότερο ενεργή ας πούμε. Μια απάντηση που παίρνω όταν τους ρωτάω γιατί, είναι: “επειδή φοβάμαι ότι δεν θα καταφέρω να κάνω όσα θέλω”. Αυτή η απάντηση, αυτό το “καταφέρω να κάνω”, δεν εμπεριέχει κάτι το καταναλωτικό; Είτε άμεσα είτε έμμεσα. Δεν γνωρίζω εάν και με ποιο τρόπο φοβούνταν οι άνθρωποι τον θάνατο πριν τη βιομηχανική επανάσταση, ή την εποχή που κάποιος μπορούσε να πεθάνει πολύ πιο εύκολα από υψηλό πυρετό, την εποχή που το προσδόκιμο ζωής ήταν πολύ χαμηλότερο, την εποχή που δεν μπορούσαμε να ταυτοποιήσουμε δακτυλικά αποτυπώματα, την εποχή δηλαδή που ήταν λογικό, με μια σημερινή μάτια τουλάχιστον, να φοβούνται ακόμη περισσότερο τον θάνατο γιατί ήταν πιο κοντά τους (εδώ θα χωρούσαν πολλά σχόλια για το πόσο κοντά μας έφτασε ο θάνατος εν μέσω covid κλπ). Αυτό είναι ένα ακόμη ερώτημα, που σχετίζεται και με την τρομακτική τεχνολογική πρόοδο καθώς και με την ανελευθερία στο όνομα της ασφάλειας. Τη στιγμή που προσπαθούμε να ελέγξουμε κάτι περισσότερο επειδή το φοβόμαστε ή επειδή μας έχει τραυματίσει παλαιότερα, ή ακόμη και στην προσπάθεια μας να το προβλέψουμε, αυτό θα βρει άλλους τρόπους για να ξεφύγει από τον έλεγχο μας.
Ο Foucault, αν θυμάμαι καλά σχολιάσατε πως συσχετίζει τον θάνατο με την πολιτική εξουσία – το δικαίωμα πάνω στο σώμα μας και άρα τη ζωή μας εκ μέρους της πολιτικής εξουσίας. Για να γυρίσω στις πρώτες γραμμές αυτού του σχολίου, η πολιτική εξουσία σήμερα διακηρύσσει υπερήφανα την ελεύθερη καταναλωτική επιλογή. Είμαστε καταναλωτές πρωτίστως και έπειτα ίσως και πολίτες. Υπό αυτή την έννοια λοιπόν και το ερώτημα μου ως προς τον σημερινό φόβο του θανάτου όχι μόνο σαν συμβάν, αλλά μαζί με όλο το άγχος που μας συνοδεύει με το να μην είμαστε πλέον μέρος σε μια καταναλωτική κοινωνία και να μην έχουμε προλάβει να απολαύσουμε (κάπως ηδονιστικά) αυτά που θεωρούμε ότι μας προσφέρει. Πιστεύω ότι μπορεί να συσχετιστεί ακόμα περισσότερο με τον Foucault, ή ίσως και όχι, δεν το έχω σκεφτεί παραπάνω. Δεν γνωρίζω αν έχει μιλήσει ευθέως για αυτό το ζήτημα.
Εν κατακλείδι : ένας από τους πιο αρχέγονους ίσως φόβους του ανθρώπου, ο φόβος του θανάτου, μπορεί να αλλάξει νόημα ή να καλυφθεί από την πληθώρα αγαθών και των δυνατοτήτων εμπειριών; Ή μάλλον, έχει η πολιτική εξουσία τόση δύναμη ώστε να επηρεάσει αυτό τον αιώνιο φόβο / προβληματισμό; Ο Foucault θα υποστήριζε την ύπαρξη διαχρονικών φόβων;
Αναστασία, το ερώτημα θα απαντηθεί στην αρχή της επόμενης συνάντησης…
Καλή συνέχεια!
Καλησπέρα και ευχαριστούμε για το πολύ ωραίο σεμινάριο που μας έχετε προσφέρει. Παρακλουθώ ασύγχρονα κι έτσι αναγκαστικά θα ήθελα να παραθέσω με αυτόν τον τρόπο ένα σχόλιο και ίσως χάρη σε αυτόν να μπορέσω και να το δομήσω καλύτερα. Θα δείξει..
Θα ήθελα να εστιάσω στην παρατήρηση που κάνετε προς το τέλος, στο σημείο 2:02 και αναφέρεστε το πώς εγγράφεται η ιστορία στο εργατικό σώμα κι αν θα άλλαζε κάτι με έναν υψηλότερο μισθό. Μου πέρασε τότε από το μυαλό ένα άλλο σχήμα. -Με αφορμή κι όσα είχατε κουβεντιάσει στην αρχή των συναντήσεων σχετικά με τη σχέση χρόνου και χρήματος.-Είναι πιθανό ναι, να μην άλλαζε κάτι στον τρόπο που εγγράφεται η ιστορία στο εργαζόμενο σώμα αν ο μισθός ήταν υψηλότερος κυρίως γιατί απ’ ότι φαίνεται κάτι τέτοιο θα συνεπαγόταν άνοδο των τιμών, υψηλότερους φόρους κτλ. Τι θα γινόταν όμως αν η αλλαγή αφορούσε τις εργάσιμες ώρες, το ωράριο. Αν αυτές μειώνονταν και ο εργαζόμενος μπορούσε να δουλέψει λιγότερο ενώ αμοίβεται το ίδιο. Έτσι, να αποδεσμεύσει περισσότερο χρόνο για να τον αξιοποιήσει όπως επιθυμεί. Αν θα μπορούσαμε να δεχτούμε ότι τον ξοδεύουμε όπως επιθυμούμε κι αν δύναται να μας αναγνωριστεί η όποιαδήποτε πρωτοβουλία ή ελευθερία στον τρόπο ζωής στις κοινωνίες του ύστερου καπιταλισμού.
Για να γίνω πιο συγκεκριμένος αναφέρω ένα παράδειγμα. Πόσες επικοινωνιακές δυσλειτουργίες σε οικογενειακό, προσωπικό, ερωτικό επίπεδο λανθάνουν πίσω από το συναίσθημα της κούρασης, της κόπωσης από τις ώρες δουλειάς. Ο Κεν Λόουτς αναφέρεται πολύ ωραία σε αυτό το θέμα σε ένα απόσπασμα του βιβλίου από τις εκδόσεις Αντίποδες, Διάλογος για την τέχνη και την πολιτκή του Κεν Λόουτς και του Εντουάρ Λουί. Συγκεκριμένα στις σελίδες 25-26 γίνονται οι εξής τοποθετήσεις:
Κεν Λόυτς: […] Κι αυτό το οικονομικό άγχος, αυτό το “πρέπει να καταφέρω να βγάλω αρκετά, να δουλέψω όσο περισσότερο γίνεται αυτήν την εβδομάδα” έχει ως αποτέλεσμα στο τέλος της, όταν γυρίζουμε σπίτι μας, να μην έχουμε πια υπομονή με τα παιδιά και την οικογένειά μας, να μην έχουμε δει καν τα παιδιά μας. Το άγχος προκύπτει από αυτήν ακριβώς τη διαρκή οικονομική πίεση, έτσι πιστεύω.
Στη συνέχεια ο Λουί απαντάει για τη διπλή βία της πολιτικής. Αφενός αυτή που με μεταρρυθμίσεις κάνει όλο και δυσκολότερη τη ζωή των μη προνομιούχων στρωμάτων και αφετέρου υπογραμμίζει την επίδρασή της στην ψυχική ζωή των ανθρώπων και το πώς “καταλήγουν άνθρωποι που αγαπιούνται, να γίνονται όλο και λιγότερο τρυφεροί ο ένας με τον άλλον.”
Εκεί που θέλω να καταλήξω είναι: μήπως ο τρόπος για να αμυνθούμε στο πώς εγγράφεται η ιστορία πάνω μας την ώρα της εργασίας -κι αν αυτός μειωνόταν, όπως σε κάποιες χώρες π.χ. Ισπανία, αν δεν κάνω λάθος, συζητείται να γίνει- είναι να κάνουμε μια χρονική σκανταλιά. Αν αυτός ο χρόνος μας δοθεί και παράλληλα αρνηθούμε να υιοθετήσουμε την κοινωνική πρακτική της Δύσης περί συνεχούς δημιουργικής και παραγωγικής εκμετάλλευσης του ελεύθερου χρόνου, θα μπορούσαμε να καλουπιαστούμε με τρόπους πιο κοντά σε όσους η ψυχή μας ονειρεύεται; Θα μπορούσαμε υπομονετικότερα να διαβάσουμε τα παιδιά μας; Θα μπορούσαμε να αφιερώσουμε λίγο χρόνο και να σκεφτούμε βαθύτερα τα συναισθήματά μας και τους τρόπους που τα εκφράζουμε; Θα μπορούσαμε να βελτιώσουμε την ερωτική, τη σεξουαλική μας ζωή; Δε θα βελτιώνονταν οι φιλικές μας σχέσεις;
Δεν ξέρω. Ίσως ο Φουκώ να μου υπενθύμιζε τότε πως η πειθάρχησή μας είναι διττή. Είναι τόσο οικονομική όσο και χρονική.
Αυτό που συμπληρωματικά με το προηγούμενο σχόλιο, ήθελα να πω και που δεν ξέρω αν το έθεσα ξεκάθαρα είναι: Μπορεί το υποκείμενο στην ύστερη καπιταλιστική κοινωνία, αξιοποιώντας τα εργαλεία του Φουκώ, την Αρχαιολογία και την Γενεαλογία, να έχει τον οποιοδήποτε λόγο για τον τρόπο που εγγράφεται πάνω του η ιστορία; ή ακομά και αυτό θα ήταν μία ακόμα αυταπάτη;
Καλημέρα Κωνσταντίνε! Σε ευχαριστούμε πολύ για τη συμμετοχή σου και τις ερωτήσεις- παρατηρήσεις σου, οι οποίες θα σχολιαστούν στη συνάντηση της Πέμπτης. Καλή συνέχεια!