Μεταπηδήστε στο περιεχόμενο

Κρίσεις, νεοφιλελευθερισμός, κοινά

Βαγγέλης Περράκης

Ι.

Ο πλανήτης φλέγεται! Αυτή η φράση βρίσκεται πλέον παντού — απ’ τα μανιφέστα των ακτιβιστών ως τις μελέτες επιστημόνων και συγγραφέων.[1] Παρατηρούμε έτσι την εκτύλιξη μίας αλλαγής παραδείγματος, κατά την οποία αντικαθίσταται το νοητικό πλαίσιο μέσα από το οποίο οι επιστήμονες, και οι άνθρωποι γενικότερα, βλέπουν τον κόσμο.[2] Πρόκειται για μία σημαντική στιγμή στην ιστορία της ανθρωπότητας, καθώς η επιστημονική έρευνα έχει άμεσες συνεπαγωγές σε μια σειρά πρακτικών όπως είναι οι τρόποι παραγωγής (ενέργειας) και οι καταναλωτικές συνήθειες ενός σημαντικού μέρους του παγκόσμιου πληθυσμού.[3]

Σε αυτό το νέο πλαίσιο, αναγνωρίστηκαν έντονα τα ίχνη της ανθρώπινης δραστηριότητας, ξεκινώντας από τις απαρχές της νεωτερικότητας, που είχε ως κεντρικό στόχο τη διαρκή επέκταση της ορθολογικότητας και της κυριαρχίας του ανθρώπου πάνω στη φύση, το περιβάλλον και τους ανθρώπους.[4] Η διαρκής απώλεια βιοποικιλότητας και η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη, με όλα τα φυσικά φαινόμενα που αυτή συνεπάγεται, σχετίζονται άμεσα με το πνεύμα που διαπερνά τις ανθρώπινες δραστηριότητες.[5]   

Η κατάσταση αυτή συγκροτεί ακόμη μία κρίση της εποχής μας, η οποία συνδέεται τόσο με την οικονομία και την πολιτική, όσο και βαθύτερα με μια πολιτισμική κρίση μέσα από την οποία αναδύεται το πνεύμα της εποχής: «σήμερα είναι ευκολότερο να φανταστούμε το τέλος του κόσμου παρά το τέλος του καπιταλισμού».[6] Αυτή η διάσημη φράση περιγράφει αρκετά καλά την κατάσταση που βρισκόμαστε αναφορικά με το πολιτισμικό υπόβαθρο αυτής της εποχής των κρίσεων, της ρευστότητας και της αβεβαιότητας. Άλλωστε, κάθε κρίση βιώνεται συχνά και ως μια κρίση της ιστορικής συνέχειας και της αφήγησης μέσα από την οποία τα άτομα συνδέονται με το κοινωνικο-ιστορικό και συγκροτούν την ταυτότητά τους. Η κρίση αποτελεί έτσι το μεσοδιάστημα όπου το παλιό δεν έχει πεθάνει και το νέο δεν μπορεί να γεννηθεί, και κατά το οποίο συχνά αναδύονται πολλές νοσηρές καταστάσεις.[7]

Όπως υπονοεί και η προέλευση της λέξης κρίση (από το αρχαίο ρήμα κρίνω και το λατινικό διαχωρίζω) μια τέτοια συνθήκη οδηγεί στην ανάγκη να εκφέρουμε κρίση ανάμεσα σε δύο αντιτιθέμενες επιλογές. Στην ιατρική ορολογία, η έξοδος από την κρίση απαιτεί από τον οργανισμό να επινοήσει κάτι νέο, έναν καινούργιο τρόπο ζωής (φυσικά χωρίς να μπορεί να επανέλθει στην πρότερη κατάσταση που άλλωστε επέφερε την κρίση).[8]

Κυρίως σε περιόδους κρίσης, η συνείδηση αποτελεί τη μόνη αναγκαία και ικανή προϋπόθεση για να δημιουργηθεί και να αναπτυχθεί μια νέα κοινωνική συνθήκη. Αυτή μπορεί να επιτευχθεί στη βάση μιας αλληλεπίδρασης μεταξύ επιστήμης, συνείδησης και  πολιτικής. Πρόκειται για μια ανοιχτή σχέση που ξεδιπλώνεται εντός της ιστορικής δημιουργίας,[9] σε πλανητικό και τοπικό επίπεδο.

Από τη μία, αυτή η διαδικασία μπορεί να οδηγήσει σε μια περαιτέρω εμπέδωση του κυρίαρχου μοντέλου και των πρακτικών του, σε μια κατεύθυνση εξεύρεσης τεχνικών λύσεων για τη συνέχιση της δημιουργίας νέων αγορών και της μεταφοράς της ευθύνης στην ελευθερία της ατομικής (καταναλωτικής) επιλογής. Από την άλλη, μπορεί να δημιουργηθούν νέες μορφές, να υφανθούν καινούργιοι ιστοί, προεικονίσεις μια νέας κοινωνίας, μέσα από το δημιουργικό, αυθόρμητο και πειραματικό της παιχνίδι της αυτοοργάνωσης.[10] Εντός αυτής της διαδικασίας, συχνά, μετασχηματίζεται και το ίδιο το υποκείμενο.[11] Τέτοιες κινήσεις που διαφεύγουν του ουτοπικού επέκεινα και πραγματώνονται στο παρόν, θα προσπαθήσουμε να δείξουμε ότι αναδύονται με τις πρακτικές των κοινών.

ΙΙ.

Στην εποχή μας, η κλασική νεωτερική αντίληψη περί διάκρισης ανθρώπου και φύσης ανήκει στο παρελθόν. Πλέον, αποτελεί κοινό τόπο ότι το ανθρώπινο ον είναι κομμάτι της φύσης, και βρίσκεται σε άμεση συσχέτιση και αλληλεπίδραση με το περιβάλλον του. Το ανθρώπινο ον αναγνωρίζεται έτσι ως μια βιοψυχοκοινωνική ολότητα.[12] Αντίστοιχα, τα περιβαλλοντικά ζητήματα, όπως η κλιματική και περιβαλλοντική κρίση, αποτελούν -και πρέπει να αντιμετωπιστούν πρωτίστως ως- κοινωνικά προβλήματα.[13]

Σήμερα, τόσο οι κοινωνίες όσο και το περιβάλλον δέχονται έντονες πιέσεις από το κυρίαρχο μοντέλο διακυβέρνησης. Ο νεοφιλελευθερισμός ισχυρίζεται ότι η ανθρώπινη ευημερία μπορεί να εξασφαλιστεί αποτελεσματικότερα από ένα σύστημα στο οποίο οι επιχειρήσεις δεν θα υπόκεινται σε έλεγχο, αλλά θα λειτουργούν μέσα σε ένα πλαίσιο ισχυρών ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων που υποστηρίζεται από την ελεύθερη αγορά.

Στο πλαίσιο αυτό, οι υποχρεώσεις του κράτους παραμένουν ισχυρές, όμως αφορούν κυρίως τους θεσμούς της αγοράς, καθώς και εκείνους που σχετίζονται με την κατοχύρωση ατομικών δικαιωμάτων ιδιοκτησίας. Όπως έχουμε δει αρκετά συχνά να συμβαίνει, αν καταστεί αναγκαίο για τη διασφάλιση της απρόσκοπτης λειτουργίας της ελεύθερης αγοράς, το κράτος χρησιμοποιεί όλες τις μεθόδους καταστολής και αστυνομικής βίας (συχνά με τραγική κατάληξη, βλ. υπόθεση Βασίλη Μάγγου) και δικαστικών διώξεων (κάτι που ισχύει σχεδόν για όλες τις περιπτώσεις των περιβαλλοντικών κινημάτων στον ελλαδικό χώρο). Τέλος, διέπεται από την ανάγκη να συνεχίζει να δημιουργεί διαρκώς αγορές σε τομείς που δεν υφίσταται ακόμη, όπως η υγεία και το περιβάλλον − και στη συνέχεια αποσύρεται.[14]

Ο νεοφιλελευθερισμός δεν σχετίζεται, επομένως, τόσο με τις παραγωγικές επενδύσεις, όσο με αυτά που είχε κάποτε περιγράψει ο Μαρξ με τον όρο «πρωταρχική συσσώρευση». Πρόκειται για μια διαδικασία, δηλαδή, ιδιωτικοποίησης και περιφράξεων, μέσα από τις οποίες κοινωνικά αγαθά και δικαιώματα μετατρέπονται σε εμπορεύματα (αυτό που στην επίσημη γλώσσα αποκαλείται «διαρθρωτική προσαρμογή» μιας εθνικής οικονομίας). Η αρπακτικότητα και οι περιφράξεις περιγράφουν αρκετά καλά πολλές και διαφορετικές περιπτώσεις (όπως αυτές που ζήσαμε εντονότερα τα τελευταία 15 χρόνια).

Όμως ίσως ένα πιο ουσιώδες χαρακτηριστικό του νεοφιλελευθερισμού φαίνεται να είναι ότι ταυτόχρονα καταφέρνει κι έναν μετασχηματισμό όλων των κοινωνικών σχέσεων.[15] Πρόκειται, δηλαδή, για έναν νέο τρόπο ορθολογικής διακυβέρνησης, σύμφωνα με τον οποίο όλες οι πτυχές της ύπαρξης διέπονται πλέον από την οικονομία και τον υπολογισμό, μεταμορφώνοντας έτσι ριζικά  τόσο τις σφαίρες της ανθρώπινης πρακτικής, όσο και τους ανθρώπους.[16]

Σε αυτήν τη συνθήκη, οι επιχειρήσεις αποκτούν ακόμη περισσότερες εξουσίες,[17] ενώ ο ανταγωνισμός αντικαθιστά την αλληλεγγύη και τους κοινωνικούς δεσμούς -μέσα από τους οποίους, στο παρελθόν, τα άτομα αντιμετώπιζαν τον φόβο και τις αβεβαιότητες της εύθραυστης ανθρώπινης συνθήκης- συμβάλλοντας έτσι σε μια μεγαλύτερη κοινωνική απάθεια.[18] Ο νεοφιλελευθερισμός κινείται πλέον σχετικά εύκολα πέρα από την κλασική αντιπαλότητα μεταξύ ελευθερίας και ισότητας, όπως την είδαμε να εκφράζεται συχνά στην πολιτική σκέψη, διαχωρίζοντας την ελευθερία από οποιαδήποτε κοινωνική διάσταση, τοποθετώντας την στο πεδίο της ατομικής πρακτικής και μιας καταναλωτικής επιλογής πολιτικών και προϊόντων, τιθέμενα στο ίδιο επίπεδο της παθητικής ενατένισης.

ΙΙΙ.

Ο όρος των κοινών “συμπορεύεται” με αυτόν των περιφράξεων, δηλαδή των ιδιωτικοποιήσεων. Ο Μαρξ περιέγραψε με αυτούς του όρους την «πρωταρχική συσσώρευση» του κεφαλαίου, ως αναγκαία αφετηρία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Η (πρωτ)αρχική συσσώρευση του κεφαλαίου έγινε με τη βίαιη περίφραξη των κοινών κτημάτων, δηλαδή με την ιδιωτικοποίησή τους, οδηγώντας στο διαχωρισμό εργατών και μέσων παραγωγής, με συνέπεια τη μισθωτή εργασία, τη μετακίνηση των εργατών προς τα αστικά κέντρα και την προλεταριοποίησή τους.[19] Οι περιφράξεις των κοινών ακολουθούνται από την αλλοτρίωση και τη διαρκή προλεταριοποίηση,[20] και ουσιαστικά αποτελούν τη μόνιμη διαδικασία συσσώρευσης και χαρακτηριστικό της ανάπτυξης του κεφαλαίου.[21] Πέρα όμως από μια διαδικασία ιδιοποίησης των κοινών όπου περιορίζεται ή αποκλείεται η πρόσβαση σε περιοχές ή χρήσεις προϊόντων και πόρων, πρόκειται και για μια στρατηγική (αποκοινωνικοποίησης),  η οποία εμποδίζει τις πρακτικές του μοιράσματος και τη διάχυσή τους.[22]

Οι περιφράξεις ακολουθούνται συχνά από αγώνες. Οι αγώνες ενάντια στις περιφράξεις, όπως είναι συχνά οι αγώνες των περιβαλλοντικών κινημάτων, και οι αγώνες για τα κοινά, για την προστασία και τη δημιουργία τους, αποτελούν επομένως, παράλληλα, τρόπους και τόπους αντίστασης στην κυριαρχία των αλλοτριωμένων και εμπορευματοποιημένων σχέσεων εντός των οποίων οι όροι χρήσης του χώρου και της ζωής ετεροκαθορίζονται.[23]

Η έννοια των κοινών αναφέρεται σε εκείνα τα αγαθά τα οποία, είτε είναι υλικά είτε άυλα, δεν υπάγονται σε μια δημόσια-κρατική ή ιδιωτική κτήση και χρήση.[24] Πιο συγκεκριμένα όμως, τα κοινά μπορούμε να τα ερμηνεύσουμε ως μια ρευστή κοινωνική σχέση ανάμεσα σε μια κοινωνική ομάδα (και τις πτυχές της, παρούσες και δυνάμει) και στο κοινωνικό και φυσικό περιβάλλον που θεωρείται απαραίτητο για τη ζωή και την επιβίωσή της.[25] Τέτοιες είναι οι περιπτώσεις των Πόρων Κοινής Διαχείρισης (ΠΚΔ), περιπτώσεις κοινών που είναι δύσκολο να αποκλειστεί κάποιο άτομο από την πρόσβασή τους, όπως είναι ένας βοσκότοπος, ένας ψαρότοπος, μια (αρδευτική) πηγή ή ένα δάσος.

Γενικότερα, τα κοινά συγκροτούνται και κατηγοριοποιούνται ως τέτοια, όταν έχουμε μια σχέση μεταξύ ενός αγαθού (υλικού ή άυλου), μιας κοινότητας ανθρώπων, κι ενός πλαισίου κανόνων και θεσμών για τη συλλογική αυτοδιαχείρισή τους.[26] Επομένως, τα κοινά δημιουργούνται μέσω μιας κοινωνικής πρακτικής, η οποία δημιουργεί μια κοινωνική σχέση που διέπεται από κάποιους κανόνες. Αυτό όμως τόσο στην περίπτωση των ΠΚΔ, όσο και διάφορες άλλες περιπτώσεις κοινών (ψηφιακά κοινά: π.χ. Wikipedia, κοινοί χώροι: π.χ. αυτοδιαχειριζόμενα πάρκα κ.ά.), δεν σημαίνει ότι η χρήση και ο διαμοιρασμός του πόρου ή του αγαθού περιορίζεται στη συγκεκριμένη κοινότητα που το διαχειρίζεται συλλογικά. Από τη στιγμή που θα συγκροτηθεί αυτή η σχέση, τα κοινά μπορούν να οργανωθούν ως ένα ανοιχτό σύστημα, όπως μπορεί να είναι η πρόσβαση σε μια πηγή, που δεν περιορίζεται στα άτομα της κοινότητας που την αυτοδιαχειρίζονται.

Τα κοινά αποτελούν παράδειγμα άσκησης συνειδητής πολιτικής και συλλογικής αυτο-οργάνωσης,[27] κοινωνικής δικαιοσύνης, ανοιχτότητας, συνεργασίας και διαμοιρασμού· στοιχεία που αποτελούν αναγκαίο κομμάτι κάθε εξισωτικού και χειραφετικού κινήματος και προτάγματος που κινείται και προς την κατεύθυνση εξεύρεσης βιώσιμων λύσεων και για τα περιβαλλοντικά ζητήματα.

Στην εποχή των κρίσεων οι τραγωδίες των κοινών συμβαίνουν διαρκώς, όμως δεν οφείλονται τόσο στις πράξεις μεμονωμένων ατόμων που δεν επικοινωνούν μεταξύ τους, όσο σε εκείνες των επιχειρήσεων και του αναβαθμισμένου ρόλου τους στη σύγχρονη εποχή, με την απαραίτητη κρατική φροντίδα. Σήμερα πέρα από τις καταστροφές που σχετίζονται με τις αλλαγές του κλίματος και περιλαμβάνουν χιλιάδες ανθρώπινες ζωές, βυθίσεις νησιωτικών κρατών, προσφυγικά ρεύματα και έναν τεράστιο κοινωνικό αντίκτυπο, εκτυλίσσεται παράλληλα και μια ακόμη τραγωδία, που σχετίζεται με τον αντίκτυπο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων στο περιβάλλον και τις τοπικές κοινότητες, και μάλιστα χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι απόψεις των τοπικών κοινοτήτων, καθώς και των ατόμων που ζουν στις πόλεις, τα δάση, τα βουνά, όπως δείχνουν και οι περιπτώσεις των κινημάτων υπεράσπισης του περιβάλλοντος.

Στις συνθήκες αυτές, τα κινήματα (περιβαλλοντικά ή άλλα) όπως και τα εγχειρήματα γύρω από τα κοινά, καθώς εναντιώνονται συνειδητά στις περιφράξεις και την αποκοινωνικοποίηση, αρνούνται και τις ταυτίσεις με την κυρίαρχη οργάνωση της κανονικότητας, της ιδιοτέλειας και της απάθειας, και ρηγματώνουν το πολιτισμικό υπόβαθρο του καπιταλιστικού ρεαλισμού. Προσπαθούν να συνυφάνουν δεσμούς αλληλεγγύης και κατανόησης μέσα σε ένα εξαιρετικά εχθρικό, ανταγωνιστικό και ατομικιστικό περιβάλλον. Επανεντάσσουν την ελευθερία στην κοινωνική της διάσταση, και με την ύπαρξή τους εισβάλλουν στην ιστορία και διεκδικούν συνειδητά ισότητα και χώρο για την άσκηση της φρόνησης από όλα τα άτομα, πάνω στη συλλογική διαχείριση ενός αγαθού, αλλά και γενικότερα.

Η ανοικτότητα και ο πλουραλισμός των κοινοτήτων που συγκροτούνται γύρω από τα κινήματα και τα εγχειρήματα των κοινών, καθώς συνδυάζονται με την οριζόντια άσκηση εξουσίας, την αμοιβαιότητα και την αλληλεγγύη, οδηγούν προς τόπους συνάντησης της ισότητας με την ελευθερία χωρίς το κοινωνικό να πνίγει το ατομικό ή το ατομικό να λειτουργεί καταστροφικά εις βάρος του συνόλου. Επίσης, δείχνουν ότι μπορούν να είναι σε πολλές περιπτώσεις οι απαντήσεις -πληθυντικές και διαφορετικές και- στο ζήτημα της περιβαλλοντικής κρίσης.


[1] Βλ. μεταξύ άλλων: Greta Thunberg, “Our House Is On Fire”, World Economic Forum, 2019, J. Salama, “Earth Is on Fire”, Scientific America, January 1, 2021, M. Lawrence and L. Laybourn-Langton Planet on Fire: A Manifesto for the Age of Environmental Breakdown, London: Verso, 2021.

[2] Kuhn, S. Thomas, Η δομή των επιστημονικών επαναστάσεων, εισ.- επιμ. Β. Κάλφας, μτφρ. Γ. Γεωργακόπουλος, Β. Κάλφας, Θεσσαλονίκη: Σύγχρονα Θέματα, 1981.

[3] N. Klein, This changes everything, Penguin, 2015.

[4] Βλ. Horkheimer, Adorno, Η διαλεκτική του Διαφωτισμού, μτφρ. Ζ. Σαρίκας, Αθήνα: Ύψιλον, 1986, Καστοριάδης, Η «ορθολογικότητα» του καπιταλισμού, Αθήνα: Ύψιλον, 1998. Bookchin, «Η οικολογική κρίση και η ανάγκη για το ξαναφτιάξιμο της κοινωνίας» στο Bookchin, Η επόμενη επανάσταση, μτφρ. Σ. Καραγεωργάκης, Αθήνα: Ευτοπία, 2017.

[5] «World Scientists’ Warning to Humanity: A Second Notice». BioScience, 67 (12): 1026–1028. 13 November 2017, https://doi.org/10.1093/biosci/bix125.

[6] Mark Fisher Capitalist realism. Is there no alternative?, London: Zero Books, 2009.

[7] Antonio Gramsci, Selections from the prison notebooks, New York: International Publishers, 1971.  

[8] Michel Serres, Καιρός των κρίσεων, Αθήνα: Καλέντη, 2011.

[9] Ricoeur-Καστοριάδης, Διάλογος για την ιστορία και το κοινωνικό φαντασιακό, μτφρ. Σ. Σιαμανδούρας, Αθήνα: Έρμα, 2018.

[10] Edgar Morin, Η ανθρώπινη φύση. Το χαμένο παράδειγμα, μτφρ. Ελένη Νάκου, Αθήνα: Εναλλακτικές Εκδόσεις, 2000.

[11] Καθώς σήμερα είναι αρκετά δύσκολο να εντοπιστεί ένα υποκείμενο-φορέας της κοινωνικής αλλαγής, με την έννοια της συμπαγούς κι ενιαίας ταυτότητας, θα μπορούσαμε να στραφούμε σε πιο σύγχρονοι όροι που επικαιροποιούν τη συζήτηση, όπως το «μέρος των χωρίς μέρος» του Rancière, που προσπαθεί να περιγράψει τη γέννηση της πολιτικής και την εισβολή στην ιστορία εκείνου του μέρους των ανθρώπων που δεν έχουν μέρος στην υπάρχουσα κατάσταση της κυριαρχίας, και με τους οποίους ενεργοποιείται το αίτημα για ισότητα και δικαιοσύνη. Βέβαια, για τον Rancière κάθε υποκειμενοποίηση είναι μία αποταύτιση, καθώς η πολιτική ασκεί κριτική στις υπάρχουσες ταυτότητες ανοίγοντας νέες δυνατότητες ατομικές και συλλογικές. Βλ. Rancière, Disagreement, Minneapolis: University of Minnesota Press, 1998.

Ένας άλλος επίσης χρήσιμος όρος, ο οποίος εντάσσεται όμως σε ένα πιο κλασικό σχήμα, με τα προβλήματα που μπορεί αυτό να εμπεριέχει, είναι η έννοια του πλήθους των Hardt-Negri, το οποίο αποτελεί μια προσπάθεια συμπερίληψης της πολλαπλότητας και της ετερογένειας των αγωνιζόμενων ατόμων-ομάδων-κοινοτήτων (προλεταριάτο, περιβαλλοντικά κινήματα, lgbtqi+, «χωρίς χαρτιά», πρεκαριάτο, νεολαία, αντιαποικιακά κινήματα, ζαπατίστας κ.ά.), χωρίς όμως να αποτελεί προσπάθεια ενοποίησής τους. Βλ. Hardt-Negri Πλήθος, Αθήνα: Αλεξάνδρεια, 2011.

[12] Edgar Morin, ό.π.

[13] Tokar B., Κλιματική δικαιοσύνη, μτφρ. Σταύρος Καραγεωργάκης, Θεσσαλονίκη: Αντιγόνη, 2013.

[14] David Harvey, Νεοφιλελευθερισμός. Ιστορία και παρόν, Αθήνα: Καστανιώτης, 2007.

[15] Dardot- Laval, Κοινό, Δοκίμιο για την επανάσταση στον 21ο αιώνα, μτφρ. Β. Ιακώβου, Αθήνα: Εκκρεμές, 2020.

[16] Wendy Brown, Undoing the Demos: Neoliberalism’s Stealth Revolution, Zone Books, 2017.

[17] Colin Crouch, Postdemocracy, Polity, 2000.

[18] Ζ. Bauman, Ρευστοί καιροί, μτφρ. Κ. Γεώρμας, Αθήνα: Μεταίχμιο, 2017.

[19] Marx K., Το κεφάλαιο, τ.1., Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή, 2009.

[20] Οι περιφράξεις δεν υπήρξαν ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο έγινε η αρχική συσσώρευση. Υπήρξε επίσης το δουλεμπόριο (βλ. Marx K., ό.π.), το κυνήγι μαγισσών (βλ. Federici S., Ο Κάλιμπαν και η μάγισσα, Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις των ξένων, 2011), κ.ά.

[21] De Angelis Μ., “Marx and primitive accumulation: The continuous character of capital’s ‘enclosures’”, The commoner, 2 (1), 1-22, 2001.

[22] Σταυρίδης, Κοινός Χώρος, Αθήνα: Angelus Novus, 2018.

[23] Lefebvre Η. Δικαίωμα στην πόλη, Αθήνα: Κουκίδα, 2006.

[24] Οι όροι κοινά και κοινό συχνά χρησιμοποιούνται εναλλακτικά. Μία βασική διαφοροποίηση, στην οποία δεν θα μπούμε πολύ βαθύτερα στο παρόν άρθρο, είναι η εξής: τα κοινά είναι όλα τα διαφορετικά εγχειρήματα συλλογικής διακυβέρνησης, ενώ κοινό είναι η αρχή που τα διέπει προς ένα μη καπιταλιστικό μέλλον. Βλ. Dardot- Laval, Κοινό, Δοκίμιο για την επανάσταση στον 21ο αιώνα, Αθήνα: Εκκρεμές, 2020.

[25] Hardt-Negri, Commonwealth, Harvad University Press, 2009.

[26] Κωστάκης Β. «Ψηφιακά κοινά, ομότιμη παράγωγη και κοσμοτοπικισμός: προς μία μετακαπιταλιστική οικονομία», στο Συνθέτοντας οραματικές αφηγήσεις για τον κοινωνικο-οικολογικό μετασχηματισμό. ΚΑΛΟ και κοινά. Αποανάπτυξη και βασικό καθολικό εισόδημα (συλλογικό), επιμ. Σ. Αδάμ, Β. Περράκης, Θεσσαλονίκη: Διεπιστημονικό Ινστιτούτο Περιβαλλοντικών και Κοινωνικών Ερευνών (TIESS) και Ίδρυμα Χάινριχ Μπελ, 2019.

[27] Αυτή η συνειδητή δράση και πρακτική δείχνει ότι δεν μπορούμε να δούμε αυτά τα εγχειρήματα και τα κινήματα απλά ως «ιδιωματικά», όπως προτείνει ο David Bollier (βλ. Κοινά Μια σύντομη εισαγωγή, Αθήνα: Angelus Novus). Αντιθέτως, εντάσσονται πλήρως στην έννοια της πολιτικής ως συλλογικής δραστηριότητας που είναι συνειδητή και αμφισβητεί τους υπάρχοντες θεσμούς της κοινωνίας (βλ. Καστοριάδης, Δημοκρατία και σχετικισμός. Συζήτηση με την ομάδα MAUSS, Αθήνα: Στάσει Εκπίπτοντες 2015  και Καστοριάδης, «Eξουσία, πολιτική, αυτονομία», Οι ομιλίες στην Ελλάδα, Αθήνα: Ύψιλον, 2000).

Φωτογραφία: Κωστής Αργυριάδης