Βαγγέλης Περράκης
Μεταδημοκρατία
Ο Κράουτς θεωρεί ότι σήμερα η μεταδημοκρατία αποτελεί κατά μια έννοια το επόμενο στάδιο, τη συνέχεια της φιλελεύθερης δημοκρατίας.
Στη φιλελεύθερη δημοκρατία, «η κύρια έκφραση μαζικής συμμετοχής» είναι οι εκλογές, αφήνοντας «ένα μεγάλο πεδίο δράσης στα οργανωμένα συμφέροντα (λόμπι), κυρίως των επιχειρήσεων, και προτείνει μια πολιτειακή δομή που περιορίζει τις παρεμβάσεις στην καπιταλιστική οικονομία».
Στη μεταδημοκρατική κατάσταση εκχωρούνται ακόμη «περισσότερες εξουσίες στα επιχειρηματικά συμφέροντα», περιορίζοντας κατά πολύ τις «προοπτικές ανάδυσης ενός ριζοσπαστικού προγράμματος πολιτικών ισότητας με στόχο την ανακατανομή της εξουσίας και του πλούτου ή τον έλεγχο των ισχυρών συμφερόντων». Σε τέτοια κατάσταση, ο λαός τελεί σε σύγχυση και αδράνεια, και «αρνείται να διαμορφώσει τη δική του ημερήσια διάταξη».
Έτσι, «το κράτος πρόνοιας μετατρέπεται σταδιακά από μια έκφραση καθολικών δικαιωμάτων του πολίτη σε ένα κατάλοιπο του παρελθόντος που εξυπηρετεί μόνο τους έχοντες ανάγκη, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις μπαίνουν στο περιθώριο της κοινωνίας, ο ρόλος του κράτους αστυνόμου και δεσμοφύλακα ξανάρχεται στο προσκήνιο, το χάσμα του πλούτου ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς διαρκώς μεγαλώνει, η φορολογία συντείνει όλο και λιγότερο στην αναδιανομή του πλούτου, οι πολιτικοί ανταποκρίνονται κυρίως στα αιτήματα μιας χούφτας μεγαλοεπιχειρηματιών […] οι φτωχοί χάνουν σταδιακά κάθε ενδιαφέρον για τα πολιτικά πράγματα και δε μπαίνουν στον κόπο ούτε να ψηφίσουν, ξαναπαίρνοντας οικειοθελώς τη θέση που είχαν στη προδημοκρατική περίοδο».
Η παγκόσμια εταιρεία αποτελείτον θεμελιώδη θεσμός του μεταδημοκρατικού κόσμου
Σύμφωνα με τον Κράουτς, «τα μέλη της παγκόσμιας ολιγαρχίας των εταιρειών» επισημαίνουν “στην κυβέρνηση μιας χώρας ότι αν επιμείνει π.χ. στη διατήρηση ισχυρών εργατικών δικαιωμάτων, δεν θα επενδύσουν στη χώρα αυτή». Επομένως, «όλα τα μεγάλα κόμματα φοβούνται την απειλή αυτή, και λένε στους ψηφοφόρους τους ότι η εργατική νομοθεσία είναι παρωχημένη και έχει ανάγκη από μεταρρυθμίσεις. Οι ψηφοφόροι, είτε γνωρίζουν τα σχέδια απορρύθμισης είτε όχι, ψηφίζουν τα συγκεκριμένα κόμματα, αφού ούτως ή άλλως οι επιλογές τους είναι περιορισμένες. Έτσι η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας μπορεί να παρουσιαστεί ως ελεύθερη επιλογή των ψηφοφόρων μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες».
«Οι εταιρείες μπορεί επίσης να απαιτήσουν τη μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων προκειμένου να διατηρήσουν τις επενδύσεις τους σε μια χώρα. Κι όταν οι κυβερνήσεις αποδέχονται τα αιτήματά τους, τα οικονομικά βάρη μετακυλίονται από τις επιχειρήσεις στους φορολογούμενους πολίτες, που με τη σειρά τους διαμαρτύρονται για την υψηλή φορολογία. Η αντίδραση των μεγάλων κομμάτων είναι να μετατρέψουν τις εκλογές σε πλειστηριασμό προσφοράς χαμηλότερων φόρων· οι ψηφοφόροι επιλέγουν προφανώς το κόμμα που προσφέρει τις μεγαλύτερες περικοπές, και λίγα χρόνια αργότερα ανακαλύπτουν ότι το επίπεδο των δημοσίων υπηρεσιών έχει υποστεί καθίζηση. Αυτό όμως επέλεξαν οι ίδιοι με τη ψήφο τους· η πολιτική των περικοπών έχει δημοκρατική νομιμοποίηση».
Οι κυβερνήσεις τείνουν να αποκηρύξουν «την ιδέα ότι οι δημόσιες υπηρεσίες έχουν να επιτελέσουν μια ιδιαίτερη λειτουργία (εξασφάλιση ίσων παροχών και υπηρεσιών υψηλού επιπέδου για τους πολίτες) και απαιτεί να λειτουργούν ως εταιρείες (που προτάσσουν το καθήκον παροχής υπηρεσιών στο επίπεδο που απαιτείται για την εκπλήρωση οικονομικών στόχων)». Προωθούνται έτσι οι ιδιωτικοποιήσεις, οι εκμισθώσεις σε ιδιώτες ή καλούνται να λειτουργήσουν ως ιδιωτικές εταιρείες. «[Β]ασική επιταγή της σύγχρονης οικονομικής ορθοδοξίας: το καλύτερο απ’ όλα θα ήταν ο κράτος να μην κάνει τίποτε απολύτως πέρα από το να εγγυάται την ελευθερία των αγορών». Η αγορά παίρνει έτσι τον κεντρικό ρόλο που είχε παλιά το κράτος
Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης στη Μεταδημοκρατική συνθήκη
Υπάρχουν 5 κύρια χαρακτηριστικά στα ΜΜΕ σύμφωνα με τον Κράουτς:
α) «Ο καταναλωτής έχει θριαμβεύσει επί του πολίτη».
β) Μαζική αγορά που προσφέρει λίγο πολύ το ίδιο προϊόν.
γ) Συγκέντρωση των ΜΜΕ σε λίγα χέρια.
δ) Δεν υπάρχει πολυφωνία.
ε) Έλεγχος των σημαντικών πολιτικά ειδήσεων από μια ομάδα πάμπλουτων ατόμων.
Ο Κράουτς θεωρεί ότι «βαδίζουμε σταθερά προς την εδραίωση μιας νέας κυριαρχικής τάξης, πολιτικής και οικονομικής μαζί. Οι νέες ηγεμονικές ομάδες δεν διαθέτουν μόνο περισσότερη δύναμη και πλούτο σε κοινωνίες που γίνονται όλο και πιο άνισες, αλλά παίζουν επίσης και τον προνομιακό εκείνο πολιτικό ρόλο που πάντα διέκρινε τις γνήσιες κυριαρχικές τάξεις. Εδώ βρίσκεται η εστία της κρίσης της δημοκρατίας στις αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα».
«Οι πολιτικές της χειραγώγησης στοχεύουν κυρίως» τις ομάδες που μεγάλωσαν κατά τη μεταδημοκρατική περίοδο και οι οποίες «παραμένουν σε μεγάλο βαθμό αδρανείς και δεν έχουν αυτόνομη πολιτική έκφραση».
Το πολιτικό κόμμα στη μεταδημοκρατία
«Το κλασσικό κόμμα του εικοστού πρώτου αιώνα θα αποτελείται από μια αυτοαναπαραγόμενη εσωτερική ολιγαρχία, που είναι απομακρυσμένη από τη λαϊκή κινηματική της βάση αλλά βρίσκεται σε στενή συνάφεια με ορισμένες μεγάλες εταιρείες, οι οποίες με τη σειρά τους χρηματοδοτούν την παροχή κεφαλαίου επαγγελματικών υπηρεσιών σε θέματα πολιτικού σχεδιασμού, τις σφυγμομετρήσεις της κοινής γνώμης και τις προεκλογικές εκστρατείες, με αντάλλαγμα την ευνοϊκή μεταχείριση των συγκεκριμένων επιχειρήσεων από το κόμμα όταν είναι στην κυβέρνηση».
Η εμπορευματοποίηση των πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων
Οι δημόσιες υπηρεσίες και το κράτος πρόνοιας αμφισβητούνται. Δημιουργούνται αγορές εντός του δημοσίου τομέα, ιδιωτικοποιούνται τομείς πλήρως ή μερικώς, αναθέτονται σε ιδιώτες διάφορα επιχειρηματικά προγράμματα και υπηρεσίες, ενίοτε χωρίς ιδιωτικοποίηση.
Σύμφωνα με τον Κράουτς, η έννοια ‘εμπορευματοποίηση’ είναι ακριβέστερη της ‘αγοραιοποίησης’ καθώς οι σημερινές θεσμικές αλλαγές συνεπάγονται ‘τη στρέβλωση της αγοράς’ και όχι τη δημιουργία ‘γνήσιων αγορών’. Μάλιστα, για τον Κράουτς, είναι γενικότερος και ορθότερος όρος από την ‘ιδιωτικοποίηση’, ο οποίος «αν θέλουμε να ακριβολογούμε αναφέρεται μόνο στη μεταβίβαση τίτλων ιδιοκτησίας».
Η τριγωνική σχέση κυβέρνησης, πολίτη και ιδιωτικού φορέα παροχής υπηρεσιών (Freeland)
Ο Κράουτς παραθέτει τον τρόπο που ο Freeland ανέπτυξε αυτήν τη τριγωνική σχέση. «Ο πολίτης συνδέεται με την κυβέρνηση (εθνική ή τοπική) δια μέσου του δημοκρατικού εκλογικού και πολιτικού συστήματος. Η κυβέρνηση συνδέεται με τον ιδιώτη επιχειρηματία με τον νόμο του συμβολαίου. Αλλά ο πολίτης δε συνδέεται με τον ιδιωτικό φορέα ούτε μέσω της αγοράς ούτε μέσω των πολιτικών του δικαιωμάτων και, μετά την ιδιωτικοποίηση ενός τομέα, δε μπορεί να εγκαλέσει την κυβέρνηση για την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, επειδή η κυβέρνηση έχει εκχωρήσει σε τρίτους αυτές τις υπηρεσίες. Έτσι οι δημόσιες υπηρεσίες γίνονται μεταδημοκρατικές: εφεξής, η κυβέρνηση είναι υπόλογη στο δήμο μόνο για τη γενικότερη πολιτική της και όχι για την εφαρμογή της σε επιμέρους τομείς».
Ο Κράουτς θεωρεί ότι «η αντίθεση ανάμεσα στα εξισωτικά αιτήματα της δημοκρατίας και τις ανισότητες που γεννά ο καπιταλισμός δεν μπορεί ποτέ να ξεπεραστεί τελείως, είναι δυνατό, όμως, να υπάρξουν περισσότερο ή λιγότερο γόνιμοι συμβιβασμοί γύρω από αυτή».
Προτείνει τρεις κατευθύνσεις για να αντιμετωπιστεί η διολίσθηση της πολιτικής προς τη μεταδημοκρατία: α) πολιτικές για την αντιμετώπιση της αυξανόμενης ισχύος της εταιρικής ολιγαρχίας, β) πολιτικές για τη μεταρρύθμιση των πολιτικών διαδικασιών, και γ) πρωτοβουλίες που μπορούν να αναληφθούν από τους θιγόμενους πολίτες.
Για τον Κράουτς οι πολίτες δεν πρέπει ούτε να εγκαταλείψουν τα κόμματα για να ενταχθούν σε θεματικούς αγώνες, ούτε να προσκολληθούν στην παλαιού τύπου οργάνωση του μονολιθικού κόμματος. Οι πολίτες χρειάζεται να δρουν “πάνω στα κόμματα από τα έξω, στηρίζοντας τις εκστρατείες εκείνες που ασκούν μια διαρκή πίεση πάνω τους. Χωρίς την πίεση των κινημάτων και των εκστρατειών, τα κόμματα θα παραμείνουν εγκλωβισμένα στον μεταδημοκρατικό κόσμο των ισχυρών συμφερόντων· χωρίς την αναφορά στην οικοδόμηση ισχυρών κομμάτων, τα διάφορα κινήματα και εκστρατείες θα συνθλιβούν από τα οικονομικά συμφέροντα. Επομένως, ο Κράουτς θεωρεί «απαραίτητο να συνδυάσουμε και να συνυφάνουμε αυτές τις δύο μορφές δράσης που εμφανίζονται ως αντίθετες – τα επιμέρους κινήματα και τα κόμματα».
Παράλληλα θα πρέπει να ενισχυθεί ο ρόλος της τοπικής και της περιφερειακής αυτοδιοίκησης, να προωθηθεί η αποκέντρωση και προασπιστεί η «διεύρυνση των υπηρεσιών που διαχειρίζεται η τοπική αυτοδιοίκηση».
Ο Κράουτς δεν θεωρεί ότι η μεταδημοκρατική συνθήκη είναι απόλυτη. Πιστεύει ότι «όσο βαθιά και να προχωρήσει η μεταδημοκρατική διάβρωση, είναι μάλλον απίθανο να εξαλείψει τη δυνατότητα διαμόρφωσης νέων κοινωνικών ταυτοτήτων που θα συνειδητοποιούν την περιθωριοποίηση ή τον αποκλεισμό τους από το πολιτικό σύστημα και θα διατυπώνουν συγκεκριμένα και ενοχλητικά αιτήματα ενσωμάτωσης, προκαλώντας κλυδωνισμούς στον κεντρικά διευθυνόμενο και συνθηματολογικό κόσμο της μεταδημοκρατίας με τη συμβατική, ψηφοθηρική πολιτική της».
Κλείνει έτσι αισιόδοξα, με την πίστη ότι υπάρχει αυτή «η διαρκής δυνατότητα για νέα ριζοσπαστικότητα στους κόλπους του δήμου» η οποία αποτελεί, «για κάθε δημοκρατικό υπέρμαχο της ισότητας, την κύρια ελπίδα για το μέλλον».
Υπάρχει ένα προβληματικό σημείο σε όλα αυτά που προτείνει ο Κράουτς. Και αφορά τη σχέση πολίτη- κόμματος και τον τρόπο με τον οποίο η δράση των πολιτών μπορεί να σπάσει την τριγωνική σχέση, έτσι όπως αυτή παρουσιάστηκε παραπάνω (σχέση με τα κόμματα- δράση πάνω και έξω από τα κόμματα- όχι μονολιθικά κόμματα). Η πρόσφατη ιστορία, από την Θάτσερ στην Ελλάδα της κρίσης, δεν μας δίνει πολλά αισιόδοξα μηνύματα για την πίεση που μπορούν να ασκήσουν οι πολίτες πάνω στα κόμματα έτσι ώστε αυτά να αλλάξουν την ατζέντα προς την ενδυνάμωση της πρόνοιας και την αποδυνάμωση της εξουσία των μεγάλων επιχειρήσεων. Αυτό συμβαίνει παραδόξως ακριβώς για τους λόγους που εξηγεί ο ίδιος ο Κράουτς (εξάρτηση κομμάτων από επιχειρηματίες ή/και ‘εκβιασμός’ από επιχειρηματικά λόμπι για μεταρρυθμίσεις).
Στην τελική, σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις που υπήρξαν μεγάλες κινητοποιήσεις και οι πολίτες πίεσαν για μια ουσιαστική αλλαγή της πολιτικής ατζέντας, τα κόμματα και οι κυβερνήσεις προτίμησαν την καταστολή, ενώ στη συνέχεια έφτιαξαν και μια «όμορφη» αφήγηση (μέσω μμε, δημοσκοπήσεων, αναλύσεων από ‘ειδικούς’ κλπ.) που κατάφερε να τους κρατήσει κοντά στην εξουσία, αν όχι ακόμη και να τους διατηρήσει σε αυτήν.
Δείτε επίσης το ντοκιμαντέρ του Γ. Κεραμιδιώτη με θέμα τη «Μεταδημοκρατία» από την εκπομπή «Τόποι ζωής- Τόποι ιδεών» της ΕΤ3. Εκτός από τον Κόλιν Κράουτς, μιλούν ο Ζακ Ρανσιέρ, η Σαντάλ Μουφ, ο Γιάννης Σταυρακάκης και ο Μιγκέλ Αμπενσούρ.
O Colin Crouch είναι κοινωνιολόγος και πολιτικός επιστήμονας. Έχει διδάξει σε διάφορα πανεπιστήμια, όπως το LSE και η Οξφόρδη και από το 2005 είναι μέλος της Βρετανικής Ακαδημίας. Η Μεταδημοκρατία είναι το πιο γνωστό έργο του. Εκδόθηκε από τις εκδόσεις Εκκρεμές το 2006, σε μετάφραση του Αλέξανδρου Κιουπκιολή.